μεθέλεσκε

μεθέλεσκε
μεθέλεσκε: see μεθαιρέω.

A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • μεθέλεσκε — μεθαιρέω catch in turn aor ind act 3rd sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μεθαιρώ — μεθαιρώ, έω (Α) (μόνο στον επικ. επαναληπτικό αόρ. β μεθέλεσκον) (για ένα παιχνίδι με τη σφαίρα) πηδώντας πιάνω στον αέρα («ὁ δ ὑπὸ χθονὸς ὑψόσ ἀερθεὶς ῥηϊδίως μεθέλεσκε», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μεζα * + αἱρῶ «πιάνω» (πρβλ. αν αιρώ)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”